Επί ένα μήνα, για την υπόθεση αυτή υπήρχε σιωπή. Δεν ασχολιόταν κανένα
Μέσο Μαζικής Ενημέρωσης, πέραν των 3-4 κλασικών που σηκώνουν τέτοια
ζητήματα, δεν υπήρχε κανένας πολιτευτής ή δημοσιολόγος που να αισθάνθηκε
ότι έχει σημασία να πει κάτι για αυτό, σχεδόν με το ζόρι κάποιες
υπηρεσιακές διευκρινήσεις.
Αυτό μέχρι προχθές. Την Τρίτη ξαφνικά, η κατάσταση άλλαξε. Ξαφνικά δημοσιογράφοι,..
βουλευτές, περίεργοι, άρχισαν να τοποθετούνται πάνω στο ζήτημα και το έκαναν σα λυσσασμένα σκυλιά. Η ιστορία ξεκίνησε με την ελεεινή ανακοίνωση του υπουργείου ΠροΠο και συνεχίστηκε όλη μέρα, με τον ΣΚΑΪ στην πρώτη γραμμή και βουλευτές κυρίως προερχόμενους από την alt right πτέρυγα της Νέας Δημοκρατίας, οι οποίοι περιφέρονταν στις εκπομπές για να κατακεραυνώσουν τον «κακοποιό που εκβιάζει το ελληνικό κράτος». Όλοι με την ίδια κασέτα, που διέστρεφε το αίτημα του Δημάκη και με το ίδιο θυμωμένο ύφος. Για όποιον έχει στοιχειώδη εμπειρία από τον δημοσιογραφικό χώρο και τον δημόσιο λόγο, ήταν πιο προφανές κι από γρίπη ότι είχε προηγηθεί κλειστό non paper, δηλαδή κατά το κοινώς λεγόμενο είχε πέσει γραμμή.
Την ίδια μέρα από την πλευρά του υπουργείου κυκλοφορούσε η διαβεβαίωση ότι το αίτημα του Δημάκη θα γίνει δεκτό από την ΚΕΜ, όπως και συνέβη. Θεωρώ ότι τα δύο γεγονότα δεν είναι άσχετα μεταξύ τους. Από τη στιγμή που είχε γίνει σαφές ότι η υπόθεση θα τελειώσει με νίκη του αγώνα του κρατούμενου, ένας ολόκληρος μηχανισμός κινητοποιήθηκε για να κερδίσει τη μάχη της ασυνείδητης μνήμης -αν μου επιτρέπεται να δοκιμάσω τον όρο. Να δημιουργηθεί δηλαδή μέσα από επαναλαμβανόμενα επιθετικά μηνύματα η ιδέα ότι έχουμε να κάνουμε με ένα παράλογο αίτημα το οποίο θα γίνει παρόλα αυτά δεκτό, να δημιουργηθεί δηλαδή η αίσθηση ότι κάποιοι μουρλοί περίεργοι απαιτούν πράγματα τα οποία δεν δικαιούνται και ενοχλούν την κοινωνία. Αν το μήνυμα περάσει, κάποια στιγμή η «κοινωνία», μεταμορφωμένη σε κοινό, θεατή ή «κοινή γνώμη», θα απαιτήσει να σταματήσει να τους γίνεται το «χατήρι».
Ο Kostakos έγραψε σωστά χθες εδώ, ότι είμαστε ακόμα στην εποχή που το κράτος δεν προτιμά πολιτικά να πεθάνει ένας απεργός πείνας, αλλά αυτό δεν αποκλείεται να αλλάξει. Προσθέτω ότι έχω πολύ έντονη την αίσθηση ότι αυτή η αλλαγή ετοιμάζεται εντατικά και οργανωμένα, η ακροδεξιά δίνει μια πολύ συντονισμένη μάχη ηγεμονίας της βασικής ιδέας της, αυτής του λαοπρόβλητου αυταρχισμού, και τη δίνει πλέον πρωτίστως με κουστούμια και δευτερευόντως με σιδερογροθιές.
Έχω τη γνώμη ότι αυτή η βασική ιδέα δοκιμάστηκε -όχι με σχέδιο, αλλά αντικειμενικά- την περίοδο της καραντίνας και έγινε πιο οικεία σε όλους/ες μας. Και ότι για αυτό ακριβώς είναι πολύ σημαντική μια εξίσου -τουλάχιστον- συντονισμένη και επιθετική μάχη ηγεμονίας των ιδεών της ελευθερίας, της δημιουργίας και της απόλυτης υπεράσπισης των αποχρώσεων. Σε θεωρητικό επίπεδο, σε πρακτικό επίπεδο και με πολύ λιγότερη γκρίνια, που έχει γίνει η χαρά του ανταγωνιστικού κινήματος μετά το 2015.
ΥΓ στο υστερόγραφο: Από όσους γάβγισαν σε ορχήστρα τις περασμένες ημέρες, θα ήθελα να σταθώ λίγο πιο συγκεκριμένα σε μία Σοφία Γιαννακά, πρώην βουλευτή του ΠΑΣΟΚ και αεί σύζυγο ιδιοκτήτη ιστοσελίδας. Η εν λόγω έγραψε ένα αγανακτισμένο άρθρο κατά της Έλενας Ακρίτα ειδικά. Ανάμεσα σε διάφορες άλλες ανοησίες, την χαρακτήρισε «εθνικό χωροφύλακα», γιατί λέει τη μία υπερασπίζεται τους πρόσφυγες, την άλλη τον Ζακ Κωστόπουλο και τώρα τον Βασίλη Δημάκη. Η ιδέα ότι αυτό σε καθιστά «χωροφύλακα» είναι πραγματικά χαριτωμένη. Όλοι αυτοί οι άνθρωποι κακοποιούνται γενικά από χωροφύλακες υπό τα χειροκροτήματα των ΜΜΕ. Το να αποκαλείς κάποιον που αντιδρά στον χωροφυλακισμό «χωροφύλακα» αποτελεί εκτός από πηχτή βλακεία και ένα είδος συνδρόμου της Μαρίας Αντουανέτας: να μην έχεις ιδέα τι συμβαίνει έξω από τον κύκλο που σε θρέφει (φαινόμενο απερίγραπτα διαδεδομένο μεταξύ των δημοσιολόγων τύπου Γιαννακά), να είσαι δηλαδή εντελώς στην κοσμάρα σου. Θα μπορούσε να είναι αστείο, αλλά δεν είναι πολύ. Καμία φορά οι πολύ μαλάκες άνθρωποι είναι παρηγορητικό για το μέλλον να είναι έξυπνοι. Όταν είναι εντελώς ηλίθιοι γίνονται πιο επικίνδυνοι, χάνουν την αίσθηση της πραγματικότητας και πατάνε κουμπιά.
Γιάννης Ανδρουλιδάκης/ fb
Αυτό μέχρι προχθές. Την Τρίτη ξαφνικά, η κατάσταση άλλαξε. Ξαφνικά δημοσιογράφοι,..
βουλευτές, περίεργοι, άρχισαν να τοποθετούνται πάνω στο ζήτημα και το έκαναν σα λυσσασμένα σκυλιά. Η ιστορία ξεκίνησε με την ελεεινή ανακοίνωση του υπουργείου ΠροΠο και συνεχίστηκε όλη μέρα, με τον ΣΚΑΪ στην πρώτη γραμμή και βουλευτές κυρίως προερχόμενους από την alt right πτέρυγα της Νέας Δημοκρατίας, οι οποίοι περιφέρονταν στις εκπομπές για να κατακεραυνώσουν τον «κακοποιό που εκβιάζει το ελληνικό κράτος». Όλοι με την ίδια κασέτα, που διέστρεφε το αίτημα του Δημάκη και με το ίδιο θυμωμένο ύφος. Για όποιον έχει στοιχειώδη εμπειρία από τον δημοσιογραφικό χώρο και τον δημόσιο λόγο, ήταν πιο προφανές κι από γρίπη ότι είχε προηγηθεί κλειστό non paper, δηλαδή κατά το κοινώς λεγόμενο είχε πέσει γραμμή.
Την ίδια μέρα από την πλευρά του υπουργείου κυκλοφορούσε η διαβεβαίωση ότι το αίτημα του Δημάκη θα γίνει δεκτό από την ΚΕΜ, όπως και συνέβη. Θεωρώ ότι τα δύο γεγονότα δεν είναι άσχετα μεταξύ τους. Από τη στιγμή που είχε γίνει σαφές ότι η υπόθεση θα τελειώσει με νίκη του αγώνα του κρατούμενου, ένας ολόκληρος μηχανισμός κινητοποιήθηκε για να κερδίσει τη μάχη της ασυνείδητης μνήμης -αν μου επιτρέπεται να δοκιμάσω τον όρο. Να δημιουργηθεί δηλαδή μέσα από επαναλαμβανόμενα επιθετικά μηνύματα η ιδέα ότι έχουμε να κάνουμε με ένα παράλογο αίτημα το οποίο θα γίνει παρόλα αυτά δεκτό, να δημιουργηθεί δηλαδή η αίσθηση ότι κάποιοι μουρλοί περίεργοι απαιτούν πράγματα τα οποία δεν δικαιούνται και ενοχλούν την κοινωνία. Αν το μήνυμα περάσει, κάποια στιγμή η «κοινωνία», μεταμορφωμένη σε κοινό, θεατή ή «κοινή γνώμη», θα απαιτήσει να σταματήσει να τους γίνεται το «χατήρι».
Ο Kostakos έγραψε σωστά χθες εδώ, ότι είμαστε ακόμα στην εποχή που το κράτος δεν προτιμά πολιτικά να πεθάνει ένας απεργός πείνας, αλλά αυτό δεν αποκλείεται να αλλάξει. Προσθέτω ότι έχω πολύ έντονη την αίσθηση ότι αυτή η αλλαγή ετοιμάζεται εντατικά και οργανωμένα, η ακροδεξιά δίνει μια πολύ συντονισμένη μάχη ηγεμονίας της βασικής ιδέας της, αυτής του λαοπρόβλητου αυταρχισμού, και τη δίνει πλέον πρωτίστως με κουστούμια και δευτερευόντως με σιδερογροθιές.
Έχω τη γνώμη ότι αυτή η βασική ιδέα δοκιμάστηκε -όχι με σχέδιο, αλλά αντικειμενικά- την περίοδο της καραντίνας και έγινε πιο οικεία σε όλους/ες μας. Και ότι για αυτό ακριβώς είναι πολύ σημαντική μια εξίσου -τουλάχιστον- συντονισμένη και επιθετική μάχη ηγεμονίας των ιδεών της ελευθερίας, της δημιουργίας και της απόλυτης υπεράσπισης των αποχρώσεων. Σε θεωρητικό επίπεδο, σε πρακτικό επίπεδο και με πολύ λιγότερη γκρίνια, που έχει γίνει η χαρά του ανταγωνιστικού κινήματος μετά το 2015.
ΥΓ στο υστερόγραφο: Από όσους γάβγισαν σε ορχήστρα τις περασμένες ημέρες, θα ήθελα να σταθώ λίγο πιο συγκεκριμένα σε μία Σοφία Γιαννακά, πρώην βουλευτή του ΠΑΣΟΚ και αεί σύζυγο ιδιοκτήτη ιστοσελίδας. Η εν λόγω έγραψε ένα αγανακτισμένο άρθρο κατά της Έλενας Ακρίτα ειδικά. Ανάμεσα σε διάφορες άλλες ανοησίες, την χαρακτήρισε «εθνικό χωροφύλακα», γιατί λέει τη μία υπερασπίζεται τους πρόσφυγες, την άλλη τον Ζακ Κωστόπουλο και τώρα τον Βασίλη Δημάκη. Η ιδέα ότι αυτό σε καθιστά «χωροφύλακα» είναι πραγματικά χαριτωμένη. Όλοι αυτοί οι άνθρωποι κακοποιούνται γενικά από χωροφύλακες υπό τα χειροκροτήματα των ΜΜΕ. Το να αποκαλείς κάποιον που αντιδρά στον χωροφυλακισμό «χωροφύλακα» αποτελεί εκτός από πηχτή βλακεία και ένα είδος συνδρόμου της Μαρίας Αντουανέτας: να μην έχεις ιδέα τι συμβαίνει έξω από τον κύκλο που σε θρέφει (φαινόμενο απερίγραπτα διαδεδομένο μεταξύ των δημοσιολόγων τύπου Γιαννακά), να είσαι δηλαδή εντελώς στην κοσμάρα σου. Θα μπορούσε να είναι αστείο, αλλά δεν είναι πολύ. Καμία φορά οι πολύ μαλάκες άνθρωποι είναι παρηγορητικό για το μέλλον να είναι έξυπνοι. Όταν είναι εντελώς ηλίθιοι γίνονται πιο επικίνδυνοι, χάνουν την αίσθηση της πραγματικότητας και πατάνε κουμπιά.
Γιάννης Ανδρουλιδάκης/ fb
No comments:
Post a Comment