Ο Φαίδων Γεωργίτσης άφησε την τελευταία του πνοή, έχοντας κλείσει τα 80
χρόνια ζωής, τον περασμένο Γενάρη, μετά από σύντομη μάχη με τον
καρκίνο. Η κηδεία του έγινε το Σάββατο το μεσημέρι στη Νέα Σμύρνη, όπου
γεννήθηκε και μεγάλωσε…
Ο Φαίδων Γεωργίτσης κατάφερε να μείνει αειθαλής ως τα γεράματά του, μεταξύ άλλων χάρη στην εναλλακτική ζωή που έκανε σε ένα κτήμα στο Κορωπί, έχοντας εντάξει στη ζωή του τη γιόγκα, ήδη από τη δεκαετία του 60′. Αλλά
μπορεί να μην είχε γίνει ποτέ ηθοποιός αν δεν είχε συνδεθεί φιλικά με το Χρήστο Μπίστη, μια εμβληματική μορφή του ΕΚΚΕ, που είχε διατελέσει βοηθός σκηνοθέτη στο πλευρό του Κουν.
Ήταν γέννημα-θρέμμα της Νέας Σμύρνης, από πατέρα αξιωματικό του Ναυτικού και μητέρα Σμυρνιά, που ξεριζώθηκε από τον τόπο της με την καταστροφή του 1922. Σε πολύ μικρή ηλικία, στα χρόνια της Κατοχής, έχασε τη μεγάλη του αδερφή σε ένα ατύχημα. Ενώ στις παιδικές του αναμνήσεις ανήκουν και κάποιες σκηνές από τα Μπλόκα των Ταγμάτων Ασφαλείας και λίγο αργότερα από τα Δεκεμβριανά, με τους ΕΛΑΣίτες να κουβαλάν στους ώμους τους νεκρούς συμμαχητές τους, τραγουδώντας “επέσατε θύματα, αδέλφια εσείς…”. Ο ίδιος αρρώστησε βαριά δύο φορές ως παιδί από βρογχοπνευμονία, αλλά σώθηκε χάρη στην πενικιλίνη.
Μεγαλώνοντας έγινε ένας από τους μεγαλύτερους γόηδες της εποχής, με τα χαρακτηριστικά γαλάζια του μάτια, αλλά θύμωνε όταν τον σύγκριναν με τον Τζέιμς Ντιν, γιατί ήταν θαυμαστής του Μάρλον Μπράντο. Έπαιξε μπάσκετ για τον Πανιώνιο, μ’ αντάλλαγμα ένα σορτσάκι, έζησε τον “κινηματογραφικό” του έρωτα, με μια κοπέλα από ανώτερη κοινωνική τάξη, και ρίχτηκε στη βιοπάλη από τα εφηβικά του χρόνια, σε διάφορες χειρωνακτικές δουλειές, από σιδεράδικο μέχρι παγωτατζίδικο.
Η γνωριμία του από τη γειτονιά με το μετέπειτα στέλεχος του ΕΚΚΕ, Χρήστο Μπίστη, του άνοιξε έναν ορίζοντα, που δεν είχε φανταστεί ποτέ. Πηγαίνει στη θεατρική σχολή του Κουν -με τον οποίο συνεργαζόταν ο Μπίστης- και δίνει εξετάσεις, πιο πολύ για να πάρει αναβολή για το στρατό, παρά γιατί σκεφτόταν να ακολουθήσει καριέρα στο χώρο. Εκεί γνωρίζει και την πρώτη του σύζυγο, Μπέτυ Αρβανίτη.
Κάνει κινηματογραφικό ντεμπούτο στην ταινία του Ζιλ Ντασέν “Ποτέ την Κυριακή” και τα επόμενα χρόνια, οι επιτυχίες διαδέχονται η μία την άλλη, δίνοντάς του τον τίτλο του ζεν-πρεμιέ της μεγάλης οθόνης, αλλά και την χαρακτηριστική ατάκα “αυτή και μουστάκι θα σε βάλει να ξυρίσεις”, που τον ακολουθούσε για πάντα. Μερικές από τις πιο δημοφιλείς ταινίες στις οποίες συμμετείχε ήταν τα “Κόκκινα Φανάριας, το “Ένας ιππότης για τη Βασούλα”, “Μια κυρία στα μπουζούκια”, μιούζικαλ όπως “Οι θαλασσιές οι χάντρες” και πολλές άλλες.
Το ίδιο διάστημα γνωρίζει και ασκεί συστηματικά την τέχνη-γυμναστική της γιόγκα που του χαρίζει εσωτερική ηρεμία, πολύ πριν γίνει μόδα στη χώρα μας.
Τη δεκαετία του 70′ βρίσκεται στη Ρώμη για τα γυρίσματα μιας ταινίας και γνωρίζει τη μετέπειτά σύντροφό του, Μπέτσι, με την οποία αποκτά δύο παιδιά, το Ραφαέλο και τη Μαρίζα. Η κρίση στον κινηματογράφο τον αναγκάζει να θυμηθεί τα νιάτα του και να δουλέψει σε οικοδομή, ο ίδιος όμως δεν ένιωσε ποτέ μειονεκτικά ή αμήχανα για αυτό: “μου αρκούσε που είχαν γάλα τα παιδία μου και μια σόμπα για να ζεσταίνονται…”.
Η κρίση αυτή δε θα τον βάλει να ξυρίσει το μουστάκι που δεν είχε, θα τον αναγκάσει όμως να κάνει αμφιλεγόμενες δουλειές, όπως ερωτικές ταινίες, βιντεοκασέτες και τις σαπουνόπερες του Φώσκολου για τον ΑΝΤ-1, που τον βοήθησαν να ορθοποδήσει οικονομικά και να πάρει ένα κτήμα στο Κορωπί, που στέγαζε και ένα μικρό θεατράκι για τις καλλιτεχνικές του ανησυχίες και άλλους θιάσους.
Μία από τις τελευταίες του δημόσιες εμφανίσεις ήταν πριν από δύο χρόνια, στην κηδεία του παλιού του φίλου, Χρήστου Μπίστη, ιστορικού στελέχους του ΕΚΚΕ και της Ανταρσύα.
- katiousa.gr
Με πληροφορίες από τη συνέντευξη που είχε δώσει στο περιοδικό People
Ο Φαίδων Γεωργίτσης κατάφερε να μείνει αειθαλής ως τα γεράματά του, μεταξύ άλλων χάρη στην εναλλακτική ζωή που έκανε σε ένα κτήμα στο Κορωπί, έχοντας εντάξει στη ζωή του τη γιόγκα, ήδη από τη δεκαετία του 60′. Αλλά
μπορεί να μην είχε γίνει ποτέ ηθοποιός αν δεν είχε συνδεθεί φιλικά με το Χρήστο Μπίστη, μια εμβληματική μορφή του ΕΚΚΕ, που είχε διατελέσει βοηθός σκηνοθέτη στο πλευρό του Κουν.
Ήταν γέννημα-θρέμμα της Νέας Σμύρνης, από πατέρα αξιωματικό του Ναυτικού και μητέρα Σμυρνιά, που ξεριζώθηκε από τον τόπο της με την καταστροφή του 1922. Σε πολύ μικρή ηλικία, στα χρόνια της Κατοχής, έχασε τη μεγάλη του αδερφή σε ένα ατύχημα. Ενώ στις παιδικές του αναμνήσεις ανήκουν και κάποιες σκηνές από τα Μπλόκα των Ταγμάτων Ασφαλείας και λίγο αργότερα από τα Δεκεμβριανά, με τους ΕΛΑΣίτες να κουβαλάν στους ώμους τους νεκρούς συμμαχητές τους, τραγουδώντας “επέσατε θύματα, αδέλφια εσείς…”. Ο ίδιος αρρώστησε βαριά δύο φορές ως παιδί από βρογχοπνευμονία, αλλά σώθηκε χάρη στην πενικιλίνη.
Μεγαλώνοντας έγινε ένας από τους μεγαλύτερους γόηδες της εποχής, με τα χαρακτηριστικά γαλάζια του μάτια, αλλά θύμωνε όταν τον σύγκριναν με τον Τζέιμς Ντιν, γιατί ήταν θαυμαστής του Μάρλον Μπράντο. Έπαιξε μπάσκετ για τον Πανιώνιο, μ’ αντάλλαγμα ένα σορτσάκι, έζησε τον “κινηματογραφικό” του έρωτα, με μια κοπέλα από ανώτερη κοινωνική τάξη, και ρίχτηκε στη βιοπάλη από τα εφηβικά του χρόνια, σε διάφορες χειρωνακτικές δουλειές, από σιδεράδικο μέχρι παγωτατζίδικο.
Η γνωριμία του από τη γειτονιά με το μετέπειτα στέλεχος του ΕΚΚΕ, Χρήστο Μπίστη, του άνοιξε έναν ορίζοντα, που δεν είχε φανταστεί ποτέ. Πηγαίνει στη θεατρική σχολή του Κουν -με τον οποίο συνεργαζόταν ο Μπίστης- και δίνει εξετάσεις, πιο πολύ για να πάρει αναβολή για το στρατό, παρά γιατί σκεφτόταν να ακολουθήσει καριέρα στο χώρο. Εκεί γνωρίζει και την πρώτη του σύζυγο, Μπέτυ Αρβανίτη.
Κάνει κινηματογραφικό ντεμπούτο στην ταινία του Ζιλ Ντασέν “Ποτέ την Κυριακή” και τα επόμενα χρόνια, οι επιτυχίες διαδέχονται η μία την άλλη, δίνοντάς του τον τίτλο του ζεν-πρεμιέ της μεγάλης οθόνης, αλλά και την χαρακτηριστική ατάκα “αυτή και μουστάκι θα σε βάλει να ξυρίσεις”, που τον ακολουθούσε για πάντα. Μερικές από τις πιο δημοφιλείς ταινίες στις οποίες συμμετείχε ήταν τα “Κόκκινα Φανάριας, το “Ένας ιππότης για τη Βασούλα”, “Μια κυρία στα μπουζούκια”, μιούζικαλ όπως “Οι θαλασσιές οι χάντρες” και πολλές άλλες.
Το ίδιο διάστημα γνωρίζει και ασκεί συστηματικά την τέχνη-γυμναστική της γιόγκα που του χαρίζει εσωτερική ηρεμία, πολύ πριν γίνει μόδα στη χώρα μας.
Τη δεκαετία του 70′ βρίσκεται στη Ρώμη για τα γυρίσματα μιας ταινίας και γνωρίζει τη μετέπειτά σύντροφό του, Μπέτσι, με την οποία αποκτά δύο παιδιά, το Ραφαέλο και τη Μαρίζα. Η κρίση στον κινηματογράφο τον αναγκάζει να θυμηθεί τα νιάτα του και να δουλέψει σε οικοδομή, ο ίδιος όμως δεν ένιωσε ποτέ μειονεκτικά ή αμήχανα για αυτό: “μου αρκούσε που είχαν γάλα τα παιδία μου και μια σόμπα για να ζεσταίνονται…”.
Η κρίση αυτή δε θα τον βάλει να ξυρίσει το μουστάκι που δεν είχε, θα τον αναγκάσει όμως να κάνει αμφιλεγόμενες δουλειές, όπως ερωτικές ταινίες, βιντεοκασέτες και τις σαπουνόπερες του Φώσκολου για τον ΑΝΤ-1, που τον βοήθησαν να ορθοποδήσει οικονομικά και να πάρει ένα κτήμα στο Κορωπί, που στέγαζε και ένα μικρό θεατράκι για τις καλλιτεχνικές του ανησυχίες και άλλους θιάσους.
Μία από τις τελευταίες του δημόσιες εμφανίσεις ήταν πριν από δύο χρόνια, στην κηδεία του παλιού του φίλου, Χρήστου Μπίστη, ιστορικού στελέχους του ΕΚΚΕ και της Ανταρσύα.
- katiousa.gr
Με πληροφορίες από τη συνέντευξη που είχε δώσει στο περιοδικό People
No comments:
Post a Comment